article banner
ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ

Ο αντίκτυπος του covid-19 στην εποπτεία των αγορών κεφαλαίου της ΕΕ

H εξάπλωση του covid-19 στην Ευρώπη από τα τέλη Φεβρουαρίου είχε δυσμενείς επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και στις χρηματοπιστωτικές αγορές της ΕΕ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA), από τις 20 Φεβρουαρίου 2020, οι χρηματιστηριακές αγορές στην ΕΕ έχασαν το 30% της αξίας τους, ενώ όλοι οι τομείς επηρεάστηκαν από τις σοβαρές πτώσεις των τιμών των μετοχών.

Ταυτόχρονα, η εξάπλωση της νόσου έχει προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στην ομαλή λειτουργία όλων όσοι συμμετέχουν στις κεφαλαιαγορές. Η πλειονότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και οι επιχειρήσεις χρειάστηκε να προσαρμόσουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους σε νέους κανόνες, αναμορφώνοντας τα πρότυπα εργασίας των εργαζομένων τους και, συχνά, ενεργοποιώντας μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα προστατευτικά μέτρα που έλαβαν τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ.

Στο πλαίσιο αυτό, η ESMA δημοσίευσε μια σειρά προσωρινών μέτρων και συστάσεων προς τις Αρμόδιες Εθνικές Αρχές και τους συμμετέχοντες στις αγορές για να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν ορισμένες από τις αρνητικές συνέπειες της πανδημίας.

Ως πρώτο βήμα, η ESMA εξέδωσε σειρά συστάσεων στους συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προτρέποντάς τους να προετοιμαστούν για την εφαρμογή των σχεδίων έκτακτης ανάγκης τους, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής μέτρων για τη συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια της λειτουργίας σύμφωνα με τις κανονιστικές υποχρεώσεις. Οι εκδότες πρέπει να γνωστοποιήσουν το συντομότερο δυνατό κάθε σχετική σημαντική πληροφορία σχετικά με τις επιπτώσεις του covid-19 στις προοπτικές ή την οικονομική τους κατάσταση σύμφωνα με τις υποχρεώσεις διαφάνειας που προβλέπει ο κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς και θα πρέπει επίσης να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις πραγματικές και τις πιθανές επιπτώσεις του covid-19, στο μέτρο του δυνατού, με βάση τόσο την ποιοτική όσο και την ποσοτική εκτίμηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, της χρηματοοικονομικής τους κατάστασης και των οικονομικών επιδόσεων στην οικονομική τους έκθεση για το έτος 2019 (εάν αυτές δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί ή δεν έχουν γνωστοποιηθεί στις ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις). Οι διαχειριστές κεφαλαίων πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις περί διαχείρισης κινδύνων.

Ανοιχτές πωλήσεις

Για να περιορίσει τις δυσμενείς επιπτώσεις των σημερινών συνθηκών στις τιμές των μετοχών, η ESMA εξέδωσε απόφαση που απαιτεί από τους κατόχους καθαρών ανοικτών θέσεων σε μετοχές που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κοινοποιήσουν στις αντίστοιχες Αρμόδιες Εθνικές Αρχές, εάν η θέση φθάσει ή υπερβαίνει το 0,1% του εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου. Η απόφαση αυτή, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 16 Μαρτίου 2020, εγκρίθηκε με βάση τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς που απειλούν σημαντικά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ένωση. Σύμφωνα με την ESMA, η πίεση για πώληση μετοχών και η ασυνήθιστη μεταβλητότητα των τιμών των μετοχών βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και είναι ενδεχόμενο να επιταθεί.Εν μέσω της εν λόγω κατάστασης , οι συμμετέχοντες στην αγορά ενδέχεται να αναλάβουν νέες θέσεις για να επωφεληθούν από περαιτέρω πτώσεις τιμών, οι οποίες ενδέχεται με τη σειρά τους να επιδεινώσουν τις πτώσεις που σημειώθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες.

Εν συνεχεία, η ESMA αξιολόγησε θετικά σχετικές αιτήσεις για την απαγόρευση συναλλαγών που ενδέχεται να συνιστούν ή να αυξάνουν τις καθαρές ανοιχτές πωλήσεις μετοχών που διαπραγματεύονται σε διάφορους τόπους διαπραγμάτευσης και σε οργανωμένες αγορές της ΕΕ (ανεξάρτητα από το αν εκτελούνται σε χώρο διαπραγμάτευσης ή σε εξωχρηματιστηριακά), οι οποίες υποβλήθηκαν από τη τη βελγική FSMA, την ελληνική HCMC, τη γαλλική AMF και την ιταλική CONSOB. Πρόκειται για επείγον μέτρο που προβλέπεται από τον Κανονισμό για τις Ανοικτές Πωλήσεις για την αντιμετώπιση ανεπιθύμητων συμβάντων ή εξελίξεων που συνιστούν σοβαρή απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή την εμπιστοσύνη της αγοράς σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη.

Securities Financing Transactions Regulation (SFTR)

Όσον αφορά την επικείμενη εφαρμογή του Κανονισμού περί Διαφάνειας των Συναλλαγών Χρηματοδότησης Τίτλων (SFTR), η οποία έχει οριστεί για τις 13 Απριλίου για τα πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, η ESMA αναγνώρισε ότι η εφαρμογή της απαίτησης περί υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων  επηρεάζεται έντονα από την πανδημία του covid-19. Οι οντότητες οι οποίες καλούνται να εφαρμόσουν τον Κανονισμό αντιμετωπίζουν σοβαρούς περιορισμούς όσον αφορά τους πόρους, εφαρμόζοντας συγχρόνως σχέδια έκτακτης ανάγκης για να εξασφαλίσουν τη συνέχεια των δραστηριοτήτων τους και τα συνεχιζόμενα έργα για την ικανοποίηση των νέων κανονιστικών απαιτήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η ESMA αναμένει από τις αρμόδιες αρχές να μην δώσουν προτεραιότητα στις εποπτικές τους ενέργειες έναντι αυτών των οντοτήτων όσον αφορά τις συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων που έχουν συναφθεί μεταξύ της 13ης Απριλίου 2020 (ημερομηνία εφαρμογής) και της 13ης Ιουλίου 2020.

Καθεστώς βήματος τιμής (tick size) για συστηματικούς εσωτερικοποιητές

Σύμφωνα με τον Κανονισμό για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων (MiFIR) και τον Κανονισμό για τις Εταιρείες Επενδύσεων (IFR), οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές (Systematic Internalisers, SIs) πρέπει να συμμορφωθούν με το καθεστώς βήματος τιμής (tick size regime) από τις 26 Μαρτίου 2020.

Δεδομένου ότι οι αναδυόμενες απαιτήσεις για τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές απαιτούν αλλαγές σε κρίσιμες τεχνολογικές εμπορικές υποδομές, σε μια στιγμή που οι επιχειρηματικές δραστηριότητες λειτουργούν από διαφορετικές γεωγραφικές τοποθεσίες, η εφαρμογή των απαιτήσεων μπορεί να δημιουργήσει πρόσθετους λειτουργικούς κινδύνους για ορισμένους συμμετέχοντες στην αγορά της ΕΕ σε περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας στις αγορές.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους παράγοντες και λόγω των σημερινών έκτακτων περιστάσεων, η ESMA αναμένει από τις αρμόδιες αρχές να μην δώσουν προτεραιότητα στις εποπτικές τους ενέργειες σε σχέση με το νέο καθεστώς βήματος τιμής (tick size regime) που εισήχθη στη MiFIR από τις 26 Μαρτίου 2020 έως τις 26 Ιουνίου 2020, και να εφαρμόζουν γενικά τις εποπτικές αρμοδιότητές με αναλογικό τρόπο.

Καταγραφή τηλεφωνικών συνομιλιών σύμφωνα με την MiFID II

Οι δυσμενείς συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία φαίνεται επίσης να έχουν αντίκτυπο στην ικανότητα των συμμετεχόντων στις χρηματοπιστωτικές αγορές να επιτύχουν τη συνεχή συμμόρφωση με ορισμένες απαιτήσεις. Η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων να καταγράφουν τηλεφωνικές συνομιλίες σχετικά με τη λήψη, τη διαβίβαση και την εκτέλεση εντολών σύμφωνα με την MiFID II ενδέχεται να μην είναι εφικτή (για παράδειγμα λόγω της απότομης απομακρυσμένης εργασίας από σημαντικό μέρος του προσωπικού ή λόγω έλλειψης πρόσβασης από πελάτες σε ηλεκτρονικά εργαλεία επικοινωνίας).

Εάν, στα πλαίσια αυτών των εξαιρετικών σεναρίων, οι επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να καταγράψουν φωνητικές συνομιλίες, η ESMA αναμένει να εξετάσουν ποια εναλλακτικά μέτρα θα μπορούσαν να λάβουν για να μετριάσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με την έλλειψη καταγραφής.

Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη χρήση γραπτών πρακτικών ή σημειώσεων τηλεφωνικών συνομιλιών κατά την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες, με την προϋπόθεση ότι θα παρέχεται στον πελάτη η προηγούμενη ενημέρωση σχετικά με την αδυναμία εγγραφής της κλήσης και ότι αντί αυτού θα ληφθούν τα γραπτά πρακτικά ή οι σημειώσεις της κλήσης. Σε αυτά τα σενάρια, οι επιχειρήσεις θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ενισχυμένη παρακολούθηση και εκ των υστέρων έλεγχο των σχετικών εντολών και συναλλαγών.

Η επόμενη ημέρα

Τα προσωρινά μέτρα της ESMA είναι ευπρόσδεκτα και παρέχουν κάποια «ανακούφιση» για τις επιχειρήσεις, δεδομένων των δυσμενών επιπτώσεων της πανδημίας και των απαιτητικών συνθηκών εντός των οποίων καλούνται να λειτουργήσουν.

Δεδομένης της αβεβαιότητας σχετικά με τη διάρκεια των αναταραχών και του ακριβούς αντίκτυπου της πανδημίας και των μέτρων προστασίας των κυβερνήσεων στις δραστηριότητες των χρηματοοικονομικών οντοτήτων και τις οικονομικές τους προοπτικές, οι κανονιστικές απαιτήσεις που αναμένεται να ισχύσουν και μετά τον Ιούλιο και οι επιπτώσεις τους στις εν λόγω οντότητες οφείλουν να αξιολογηθούν επίσης από τις ρυθμιστικές αρχές.

Για παράδειγμα, τα σχέδια των χρηματοοικονομικών οντοτήτων για την εφαρμογή   των απαιτήσεων περιθωρίου ασφάλισης (margin requirements) για τα μη κεντρικά εκκαθαρισμένα παράγωγα, οι οποίες τίθενται σε ισχύ σε δύο φάσεις, τον Σεπτέμβριο του 2020 και τον Σεπτέμβριο του 2021, είναι πολύ πιθανό να έχουν διαταραχθεί, θέτοντας σε κίνδυνο τα προγράμματα συμμόρφωσης των επιχειρήσεων.

Η Επιτροπή Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (BCBS) και η Διεθνής Οργάνωση Επιτροπών Κινητών Αξιών (IOSCO) έχουν ήδη συμφωνήσει να παρατείνουν κατά ένα έτος την προθεσμία για την ολοκλήρωση των δύο τελευταίων φάσεων υλοποίησης των απαιτήσεων περιθωρίου ασφάλισης για τα μη κεντρικά εκκαθαρισμένα παράγωγα.

Σύμφωνα με την BCBS/IOSCO, η επέκταση αυτή θα παράσχει πρόσθετη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να ανταποκριθούν στον άμεσο αντίκτυπο του Covid-19 και ταυτόχρονα να διευκολύνει τις καλυπτόμενες οντότητες να ενεργήσουν με επιμέλεια για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις σύμφωνα με την αναθεωρημένη προθεσμία.

Με την επέκταση αυτή, η τελική φάση υλοποίησης θα πραγματοποιηθεί την 1η Σεπτεμβρίου 2022, οπότε οι καλυπτόμενες οντότητες με συνολικό μέσο όρο μη κεντρικά εκκαθαρισμένων παραγώγων άνω των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ θα υπόκεινται στις απαιτήσεις. Ως ενδιάμεσο στάδιο, από την 1η Σεπτεμβρίου 2021 οι καλυπτόμενες οντότητες με συνολικό μέσο όρο μη κεντρικά εκκαθαρισμένων παραγώγων άνω των 50 δισεκατομμυρίων ευρώ οφείλουν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις.

Η προτεινόμενη παράταση, προκειμένου να έχει ισχύ στην ΕΕ, πρέπει να ενσωματωθεί στη δικαιοδοσία της ΕΕ μέσω των αναγκαίων νομοθετικών τροποποιήσεων.

Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές στην ΕΕ θα πρέπει να αρχίσουν να αξιολογούν τον αντίκτυπο του covid-19 όσον αφορά την ικανότητα των επιχειρήσεων να συμμορφωθούν όχι μόνο με τις υποχρεώσεις των οποίων η υλοποίηση είναι επικείμενη αλλά και με τις απαιτήσεις που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών.